Ένα σημαντικό γεγονός, μα άγνωστο για πολλούς στην Ελλάδα, συνέβη στις αρχές του 1883 στη Γαλλία. Μια δίκη πενήντα δύο Αναρχικών, που θα μπορούσαμε να πούμε πως καθόρισε την πορεία του κινήματός μας. Δεν έχουμε πρόθεση να παρουσιάσουμε απλά τις τοποθετήσεις στη δίκη, αλλά να μεταφέρουμε (όσο είναι αυτό δυνατόν) το κλίμα της εποχής και τη σημασία της δίκης για το μέλλον. Θα αφήσουμε λοιπόν τον Κροπότκιν, το πρόσωπο της δίκης, να μας αφηγηθεί αυτή την ιστορία:
Το αναρχικό κίνημα είχε στο μεταξύ αναπτυχθεί αξιόλογα στη Γαλλία τα έτη 1881 και 1882. Όταν πέρασα από τη Γαλλία το 1881, στη διαδρομή μου από το το Τονόν στο Λονδίνο, επισκέφτηκα τη Λυόν, το Σαιντ Εττίεν και τη Βιέννη, έκανα ομιλίες και βρήκα ότι στις πόλεις αυτές ιδιαίτερα πολλοί εργάτες ήταν έτοιμοι να αποδεχθούν τις ιδέες μας.
Περί τα τέλη του 1882 στην περιοχή της Λυόν επικρατούσε τρομερή κρίση. Η μεταξοβιομηχανία είχε παραλύσει, και η αθλιότητα των υφαντών ήταν τόσο μεγάλη, ώστε πλήθη παιδιών έστεκαν κάθε πρωί στις πύλες των στρατώνων, όπου οι στρατιώτες έδιναν ό, τι τους περίσσευε από το ψωμί και τη σούπα τους.
(…)Οι ταραχές στη Λυών πήραν και πιο βίαιο χαρακτήρα. Οι μάλλον πολυάριθμοι Αναρχικοί της πόλης δεν επέτρεπαν να γίνονται συγκεντρώσεις των οπορτουνιστών πολιτικών, αν πρώτα δεν μιλούσαν οι ίδιοι – έκαναν επίθεση στην εξέδρα ως τελευταία διέξοδο.
(…)Οι εργάτες αγανακτούσαν κάθε μέρα περισσότερο από τους οπορτουνιστές δημοτικούς συμβούλους και πολιτικούς ηγέτες, καθώς και με τις εφημερίδες, που απέδιδαν μικρή σημασία στην οξύτατη κρίση, ενώ δεν έκαναν τίποτα για να ανακουφίσουν τον κοσμάκη απ’ την αθλιότητα. (…) η οργή των φτωχότερων ανθρώπων στράφηκε ιδίως εναντίον των χώρων διασκεδάσεως και διαφθοράς, που γίνονται ακόμα πιο περίβλεπτοι σε καιρούς θλίψης και αθλιότητας, καθώς για τον εργάτη εκπροσωπούν τον εγωισμό και την ασωτία των πλουσιότερων τάξεων. Οι εργάτες μισούσαν ιδιαίτερα το υπόγειο καφενείο στο Theatre Belcour, που έμενε ανοιχτό όλη νύχτα και όπου, τις μικρές ώρες, έβλεπες ανθρώπους των εφημερίδων και πολιτικούς να γλεντούν και να πίνουν συντροφιά με κοκότες. Δεν έγινε σύναξη, αλλά ένας απειλητικός υπαινιγμός στο καφενείο αυτό, και μια νύχτα έριξε ένα άγνωστο χέρι εκεί δυναμίτη με φιτίλι. (…) Την άλλη μέρα, εξερράγη δυναμίτης στην πόρτα του στρατολογικού γραφείου.
(…)Η γαλλική κυβέρνηση θέλησε να κάνει μία από εκείνες τις μεγάλες δίκες που εντυπωσιάζουν τον κόσμο, αλλά δεν είχε τη δυνατότητα να φορτώσει τις εκρήξεις στους συλληφθέντες αναρχικούς. Θα έπρεπε να μας πάει σε δικαστήριο, το οποίο κατά πάσα πιθανότητα θα μας αθώωνε. Συνεπώς η κυβέρνηση υιοθέτησε τη μακιαβελική τακτική να μας φορτώσει την κατηγορία ότι ανήκαμε στη Διεθνή Ένωση των Εργαζομένων. Υπάρχει στη Γαλλία ένας νόμος, που θεσπίστηκε αμέσως μετά την πτώση της Κομμούνας (1871), με βάση τον οποίον μπορείς να δικαστείς από απλό αστυνομικό δικαστήριο επειδή ανήκεις στη Διεθνή. Η μέγιστη ποινή είναι πέντε χρόνια φυλακή˙ και ένα αστυνομικό δικαστήριο είναι πάντα βέβαιο ότι θα επιβάλλει την ποινή που θέλει η κυβέρνηση.
Η δίκη άρχισε στη Λυών τις πρώτες μέρες του Ιανουαρίου 1883 και κράτησε κάπου δύο βδομάδες. Η κατηγορία ήταν γελοία, καθώς όλοι γνώριζαν ότι κανένας εργάτης της Λυών δεν είχε γίνει ποτέ μέλος της Διεθνούς, και κατέπεσε τελείως, όπως μπορούμε να δούμε από το ακόλουθο επεισόδιο. Ο μοναδικός μάρτυρας κατηγορίας ήταν ο αρχηγός της μυστικής αστυνομίας της Λυών, ηλικιωμένος άνθρωπος που το δικαστήριο τον αντιμετώπισε με πολύ μεγάλο σεβασμό. Οφείλω να πω ότι η αναφορά του ήταν εντελώς σωστή όσον αφορά τα γεγονότα. Οι αναρχικοί, είπε, έθεσαν υπό έλεγχο τον πληθυσμό˙ είχαν καταστήσει αδύνατες τις συγκεντρώσεις των οπορτουνιστών, επειδή σε όλες τις συγκεντρώσεις μιλούσαν και κήρυσσαν τον κομμουνισμό και τον Αναρχισμό και έπαιρναν με το μέρος τους το ακροατήριο. Βλέποντας ότι μέχρι τότε τα όσα κατέθετε ήταν σωστά, αποτόλμησα να του υποβάλλω μια ερώτηση:
- Ακούσατε ποτέ να γίνεται λόγος στη Λυών για τη Διεθνή Ένωση των Εργαζομένων;
- Ποτέ, αποκρίθηκε βλοσυρά.
- Όταν επέστρεψα από το συνέδριο του Λονδίνου του 1881και έκανα ό, τι μπορούσα για να ανασυγκροτήσω τη Διεθνή στη Γαλλία, το κατάφερα;
- Όχι. Δεν την έβρισκαν επαρκώς επαναστατική.
- Ευχαριστώ, είπα˙ και, γυρίζοντας στο εισαγγελέα, πρόσθεσα: «Ιδού, όλη σας η δίωξη καταρρίπτεται απ’ το βασικό σας μάρτυρα!».
(…)Λέξη δεν ειπώθηκε για τις εκρήξεις˙ και όταν ένας-δύο σύντροφοι απ’ τη Λυών θέλησαν να ξεκαθαρίσουν το ζήτημα αυτό, τους ειπώθηκε ωμά ότι δεν διώκονταν γι’ αυτό, αλλά επειδή άνηκαν στη Διεθνή – στην οποία άνηκα μόνο εγώ.
Η δίκη αυτή – που κατά τη διάρκειά της εκφωνήθηκαν εξαίρετες αναρχικές ομιλίες, οι οποίες δημοσιεύονταν σε όλες τις εφημερίδες, από πρώτης τάξεως ομιλητές όπως εργάτης Μπερνάρ και ο Εμίλ Γκωτιέ, και κατά την οποία όλοι οι κατηγορούμενοι στάθηκαν ακλόνητοι κηρύσσοντας επί ένα δεκαπενθήμερο τις θεωρίες μας – άσκησε πολύ ισχυρή επιρροή στη Γαλλία, ξεκαθάρισε τις αναρχικές ιδέες στο μυαλό του κόσμου κι ασφαλώς συνέτεινε ως ένα βαθμό στην αναβίωση του σοσιαλισμού σε άλλες χώρες. Όσο για την καταδίκη, δικαιολογούνταν τόσο λίγο από τη δίκη, ώστε οι γαλλικές εφημερίδες – με εξαίρεση τις ρητά κυβερνητικές – κατηγόρησαν ανοιχτά τους δικαστές. (…) Στην κοινή γνώμη, αναδειχθήκαμε νικητές στη σύγκρουση με τους κατηγόρους μας. Αμέσως κατατέθηκε στο κοινοβούλιο πρόταση αμνήστευσης μας, που υποστηρίχθηκε από περίπου εκατό ψήφους. Οι φίλοι μας την κατέθεταν κάθε χρόνο, υποστηριζόταν κάθε χρόνο από περισσότερους, ώσπου εν τέλει απολυθήκαμε απ’ τις φυλακές.
Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο ΠΕΤΡ ΚΡΟΠΟΤΚΙΝ, ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗ, εκδόσεις Νησίδες (σελίδες 252-257).
Η ΔΙΚΗ ΤΩΝ ΑΝΑΡΧΙΚΩΝ ΣΤΗ ΛΥΩΝ (1883)
Σύμφωνα με την υπόσχεσή μας να κρατήσουμε ενήμερους τους αναγνώστες σε ότι αφορά τη δίκη του Κροπότκιν και των πενήντα-ενός συντρόφων Αναρχικών στη Λυών, παρουσιάζουμε το ακόλουθο συνοπτικό ρεπορτάζ της δικαστικής (;) διαδικασίας:
Η δίκη ξεκίνησε τη Δευτέρα 8 Γενάρη, ενώπιον τριών δικαστών. Το αδίκημα της σύνδεσης με τη Διεθνή Ένωση με το οποίο κατηγορούνταν οι κρατούμενοι δεν ήταν απ’ αυτά που προσπερνούν οι δικαστές. Οι κρατούμενοι ανακρίθηκαν διαδοχικά απ’ τον προεδρεύων δικαστή, ο οποίος κάλεσε πρώτο τον Bodrat, ένα ελαφροκουρεμένο νεαρό είκοσι εφτά χρονών. Ο Μποντρά, που απαντούσε με αποφασιστικότητα, περηφάνια και ακρίβεια, παραδέχτηκε πως άνηκε στην Λυονέζικη Επαναστατική Ομοσπονδία, πως ήταν ένας εκ των εκδοτών της «Droit Social (στμ. Κοινωνικό Δικαίωμα)», πως συμμετείχε στο Συνέδριο της Γένοβα με την ατομική του ιδιότητα, και πως ήταν εκεί για να συστήσει σε μια επιτροπή, μαζί με τον Ελιζέ Ρεκλύ, να συντάξει ένα Αναρχικό μανιφέστο.
Δικαστήριο – Δεν έχετε διακηρύξει σε συνέδριο της 9ης Σεπτέβρη 1882, πως οι Αναρχικοί δεν αναγνωρίζουν καμία εξουσία, ούτε ακόμη την επαναστατική εξουσία; Δεν έχετε πει πως οι ανθρακωρύχοι του Montceau έκαναν καλά που ανατίναξαν σταυρούς και εκκλησίες;
Μποντρά – Αυτές οι αναφορές είναι ανακριβείς. Αλλά οι ενέργειες στο Montceau είναι θεμιτές, καθότι τις προκάλεσαν οι αστοί. Εγκρίνω την προπαγάνδα μέσω της πράξης μόνο όταν είναι λόγω της πρόκλησης από τη μεριά των αστών.
Εισαγγελέας – Τι εννοείται λέγοντας «πρόκληση από τη μεριά των αστών»;
Μποντρά – Εννοώ τέτοια πράγματα όπως αυτά που έκαναν στο Montceau, όπου υποχρέωσαν τους εργάτες να απόσχουν από την έκφραση των πολιτικών και θρησκευτικών τους πεποιθήσεων.
Δικαστήριο – Που ήταν όμως η πρόκληση για τις ενέργειες που έγιναν στη Λυών;
Μποντρά – Αρνούμαι όλες τις ευθύνες γι’ αυτές και τις καταδικάζω.
Δικαστήριο – Δεν είναι στο πρόγραμμά σας η κατάργηση της εξουσίας;
Μποντρά – Ναι.
Δικαστήριο – Και η κατάργηση της ιδιοκτησίας;
Μποντρά – Όχι ακριβώς. Επιθυμώ, αντίθετα, την επέκταση της ιδιοκτησίας˙ την οικουμενοποίησή της. Δεν θα έπαιρνα από κάποιον για να δώσω σ’ έναν άλλο. Είμαι ένας εχθρός, τόσο του Κράτους, όσο και του Θεού.
Δικαστήριο – Ισχυρίζεστε, φαντάζομαι, πως η Λυονέζικη Ομοσπονδία δεν ήταν συνδεδεμένη με καμία οργάνωση;
Μποντρά – Ναι. Δεν είμαι υπέρ των μυστικών οργανώσεων, και η Διεθνής δεν μπορεί να είναι κάτι άλλο.
Στην εξέταση του Emile Gautier, ενός από τους πιο δραστήριους Αναρχικούς, ο κρατούμενος παραδέχθηκε πως έχει πάρει μέρος στη συγκρότηση ομάδων.
Δικαστήριο – Στο πρόγραμμά σας περιλαμβάνεται η κατάργηση της ιδιοκτησίας και του Κράτους;
Γκωτιέ – Ακριβώς.
Δικαστήριο – Έχετε υποστηρίξει την επανάσταση;
Γκωτιέ – Είμαι απ’ αυτούς που πιστεύουν πως ο κοινωνικός μετασχηματισμός ο οποίος ονειρευόμαστε και απ’ τον οποίο θα επέλθει η δικαιοσύνη, δεν γίνεται να έρθει σε πέρας χωρίς την επανάσταση. Αυτό είναι ένα γεγονός που θα καθορίσει την ιστορία. Θεωρώ τις ενέργειες στο Montceau ως προειδοποιητικά σήματα της επανάστασης. Όταν κάποιος βλέπει τέτοια ρήγματα στην κοινωνική δομή, η πτώση της είναι κοντά. Όπως η επανάσταση του ’93 προηγήθηκε από τριακόσιες ήσσονος σημασίας ταραχές, έτσι της κοινωνικής επανάστασης θα προηγηθούν πολυάριθμες διαταράξεις. Πότε δεν ξεπηδά ο κεραυνός από καθαρό ουρανό. Ανήκουμε σε ένα διεθνές κόμμα, όπως έχουμε δικαίωμα, αλλά όχι σε μια εγκατεστημένη οργάνωση.
Δικαστήριο – Αποδέχεστε πως είχατε σχέσεις με τον Ελιζέ Ρεκλύ;
Γκωτιέ – Ναι, και λυπάμαι που δεν ήταν πιο συχνές.
Το επόμενο αξιοσημείωτο γεγονός συνέβη κατά την εξέταση του Tressaud, ενός νεαρού Μαρσεγέζου 22 χρονών.
Δικαστήριο – Στόχος σας είναι, είπατε, να ανατρέψετε τη δημοκρατική (Republic) κυβέρνηση και την καθολική ψηφοφορία.
Τρεσσό – Δεν είπα ποτέ κάτι τέτοιο. Έχω μιλήσει μόνο για την παρούσα κυβέρνηση.
Δικαστήριο – Είμαστε υπό καθεστώς δημοκρατικής κυβέρνησης.
Τρεσσό – Όχι, κύριε.
Δικαστήριο – Το δικαστήριο δεν συμμερίζεται τη γνώμη σας.
Τρεσσό – Αυτό είναι λυπηρό.
Δικαστήριο – Δεν είπατε στον ανακριτή πως είστε σύμφωνος με την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας και της οικογένειας;
Τρεσσό – Ναι. Δεν επιθυμώ η εργασία όλων να είναι κέρδος για ένα ή μερικά προνομιούχα άτομα.
Δικαστήριο – Ποια μέσα σκοπεύετε να χρησιμοποιήσετε για την υλοποίηση των σχεδίων σας;
Τρεσσό – Ειρηνικά μέσα, αν είναι δυνατόν˙ βίαια μέσα, αν είναι αναγκαίο.
Δικαστήριο – Είστε Αναρχικός;
Τρεσσό – Ναι, αλλά δεν είμαι της Διεθνούς, και είναι για δεσμούς με τη Διεθνή που βρίσκομαι εδώ πέρα.
Την Τρίτη κλήθηκε ο Pierre (sic) Kropotkine στο εδώλιο.
Δικαστήριο – Έχετε υπάρξει, από το 1879, υποστηρικτής και κύριος συντάκτης του “Révolte”;
Κροπότκιν – Δεν χρειάζεται να απαντήσω σε μια τέτοια ερώτηση, επειδή δεν βλέπω το λόγο που Γάλλοι δικαστές με ρωτούν για κάτι που γίνεται στα γραφεία ενός περιοδικού που δημοσιεύεται στη Γενεύη. Εξάλλου, αν η κυβέρνηση το είχε κρίνει τόσο επικίνδυνο, θα είχε απαγορεύσει την είσοδό του στη Γαλλία, κάτι που δεν έχει κάνει.
Δικαστήριο – Έχουν βρεθεί στοιχεία στο σπίτι σας που δείχνουν πως είσαστε κύριος συντάκτης.
Κροπότκιν – Για άλλη μια φορά κύριε, δεν κρύβω το γεγονός πως έχω υπάρξει συντάκτης του “Révolte”, αλλά σας ρωτώ σε τι έχει να κάνει με τα γεγονότα που οδήγησαν στη σύλληψή μου.
Δικαστήριο – Έχετε κάνει ομιλίες προτρέποντας τους εργαζόμενους να πάρουν κατοχή της ιδιοκτησίας και με σκοπό να τους πείσετε να ανατρέψουν την κυβέρνηση, η οποία παρέτεινε για σας μια γενναιόδωρη φιλοξενία;
Κροπότκιν – Πάντα έχω προπαγανδίσει το Αναρχικό ιδεώδες με τον καλύτερο δυνατό τρόπο μου.
Δικαστήριο – Δεν πήρατε μέρος στο Συνέδριο του Λονδίνου ως απεσταλμένος του “Révolte”;
Κροπότκιν – Αυτό δεν έγινε στη Γαλλία. Ήμουν ο αντιπρόσωπος ενός Ελβετικού περιοδικού, σε μια συνάντηση που έγινε στην Αγγλία. Δεν βλέπω πώς αυτό αφορά ένα Γαλλικό δικαστήριο.
Έπειτα ο δικαστής διάβασε από το “Révolte” αναφορές των ομιλιών του Κροπότκιν στο Συνέδριο του Λονδίνου και ρώτησε τον κρατούμενο αν ήταν σωστές.
Κροπότκιν – Ναι, έτσι μίλησα, και δεν το έχω αρνηθεί ποτέ, αλλά επαναλαμβάνω πως ο προεδρεύων δικαστής ενός Γαλλικού δικαστηρίου δεν έχει καμία δουλειά με τις ομιλίες που έγιναν στο Λονδίνο από τον αντιπρόσωπο ενός Ελβετικού περιοδικού.
Ύστερα ο δικαστής έσκισε τα ψηφίσματα που εγκρίθηκαν στο Συνέδριο.
Κροπότκιν – Ζητώ από το δικαστήριο να μην μπερδέψει τις ομιλίες μου με τα ψηφίσματα που αφορούν τη διάχυση της γνώσης των χημικών. Στο Συνέδριο υπήρχαν πάρα πολλά νέα παιδιά που επιθυμούσαν να σπουδάσουν χημεία. Εναντιώθηκα σ’ αυτό ως μη πρακτικό, μολονότι πιστεύω πως όλες οι επιστήμες είναι αναγκαίες στους ανθρώπους που επιθυμούν μια καλύτερη κοινωνική κατάσταση˙ αλλά θεωρούσα πως ένα πρόγραμμα σπουδών, για να έχει στο τέλος αποτέλεσμα, πρέπει να είναι ευρύ και όχι αποκλειστικά πάνω στη χημεία. Νομίζω πως όταν μια ομάδα, όπως οι Μηδενιστές (Νιχιλιστές) της Ρωσίας, βρίσκεται σε μια θέση που είτε θα εξαφανιστεί-υποχωρήσει, ή θα απαντήσει στη βία με την βία, – νομίζω, λέω, πως δεν έχει κανένα λόγο να διστάσει, και πρέπει αναγκαία να χρησιμοποιήσει βία. Αυτή η ιδέα είναι τόσο απλή και ανθρώπινη που εσείς, κύριοι, στη Γαλλία, χειροκροτήσατε τη Βέρα Ζάσουλιτς που πυροβόλησε τον καταπιεστικό κρατικό λειτουργό, τον αρχηγό της αστυνομίας Τρεπόφ.
Τότε το δικαστήριο και ο εισαγγελέας διέκοψαν με διαμαρτυρίες.
Κροπότκιν – Σας παρακαλώ να θυμηθείτε πως, ως κρατικοί λειτουργοί, έχετε καθήκον να σεβαστείτε την απόφαση ενός δικαστηρίου και να υποκλιθείτε ενώπιον της απόφαση που έχει βγει. Τώρα, το δικαστήριο απήλλαξε τη Βέρα Ζάσουλιτς.
Δικαστήριο – Δεν απελαθήκατε από την Ελβετία εξαιτίας του Συνεδρίου του Λονδίνου;
Κροπότκιν – Το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο με εκδίωξε μετά από από απαίτηση της Ρώσικης κυβέρνησης, επειδή είχα διαμαρτυρηθεί με αφίσες, που εμφανίζονται με άδεια της αστυνομίας, ενάντια στο κρέμασμα της Sophy Perovskaya και των πέντε φίλων της, – μια τιμωρία τόσο φρικτή που ο απεσταλμένος των «Times» δήλωσε, πως δεν είχε ποτέ δει ένα τόσο ειδεχθές θέαμα, ακόμα και στη Μικρά Ασία, όπου είχε δει πολλές τρομερές εκτελέσεις. Γι’ αυτό απελάθηκα, όπως ξέρουν όλοι.
Έπειτα το δικαστήριο ρώτησε τον Κροπότκιν για τα ταξίδια του στη Λυόν και τη Βιέννη πριν πάει στο Λονδίνο. Ο Κροπότκιν απάντησε πως όλοι ήξεραν τα αντικείμενα των επισκέψεών του, από τη μεριά των πρακτόρων που ακολουθούσαν τα ίχνη του. Το δικαστήριο, μη δυνάμενο να χωνέψει τον όρο «πράκτορας», έγινε υπερασπιστής των αστυνομικών πρακτόρων, λέγοντας πως η έκφραση του Κροπότκιν ήταν προσβλητική γι’ αυτούς!
Κροπότκιν (επαναλαμβάνοντας) – Ένας ξένος, επιπλέον, που θεωρείται φυγόδικος, ειδικά αν ο ξένος είναι ένας Ρώσος εξόριστος από την κυβέρνησή του, που έχει τόσο σημαντική επιρροή πάνω στη Γαλλία, – ζητώ να με συγχωρήσετε, πάνω στην Ελβετία. Δεν έκρυψα τις προθέσεις μου, και τα γράμματα που ανήγγειλαν τα ταξίδια γράφονταν γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο: για να προσκληθούν όσοι περισσότεροι φίλοι μου ήταν δυνατό. Πάντα είχα κηρύξει τις Αναρχικές θεωρίες όπου κι αν πήγα.
Δικαστήριο – Τι! προτρέπατε στην ανατροπή της κυβέρνησης; Αυτός ήταν ένας άσχημος τρόπος για να δείξετε την ευγνωμοσύνη σας για τη φιλοξενία.
Κροπότκιν – Εγώ κάνω μια μεγάλη διαφοροποίηση μεταξύ του έθνους και της κυβέρνησης.
Δικαστήριο – Πήγατε στο Σεντ Εττιέν;
Κροπότκιν – Μένω πραγματικά έκπληκτος που πρέπει να απαντήσω σ’ αυτή την ερώτηση και όχι γιατί πήγα στη Λυόν, μιας και η σύλληψή μου ήταν συνέπεια των γεγονότων που έλαβαν χώρα σ’ αυτή την πόλη.
Δικαστήριο (ταραγμένο) – Γιατί πήγατε στη Λυόν;
Κροπότκιν – Για να μιλήσω για την Αναρχία, σε ένα καφέ, σε μια συνάντηση διακοσίων ανθρώπων.
Η εξέταση έληξε με την άρνηση του Κροπότκιν πως άνηκε στη Διεθνή Ένωση.
Έγιναν άλλα δύο ενδιαφέροντα γεγονότα: το πρώτο δημιουργήθηκε μετά τη λιποθυμία της Κυρίας Κροπότκιν, που συνήλθε γρήγορα, και επέμεινε να παραμείνει στο δικαστήριο˙ το δεύτερο από τον Μποντρά, που σηκώθηκε ξαφνικά και, στο όνομα τεσσάρων συντρόφων του και του ίδιου, είπε: «Μόλις μας πρόσβαλε ένας αστυνομικός, ένας αξιωματικός με παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής. Ο κύριος αυτός μόλις μας είπε “κανόνισα τους φίλους σας στην Κομμούνα, και, αν σας είχα, θα σας έφτιαχνα κι εσάς όπως εκείνους”. [Αυτός ο αστυνομικός φυλακίστηκε απ’ τον ανώτερό του αργότερα για 30 μέρες.]
Την επόμενη μέρα, 10 Ιανουαρίου, εξετάστηκε ο Pejot. Όταν ρωτήθηκε αν είχε πει κάποια πράγματα, απάντησε: “Θα έπρεπε να ξέρω αν είμαι σε μια δίκη για διασύνδεση με τη Διεθνή ή για το αδίκημα της ομιλίας”.
Δικαστήριο – Πότε πήγατε στη Γενεύη;
Πεζό – Όποτε χρειάστηκε να πάω εκεί.
Δικαστήριο – Σας κάλεσε ο Ελιζέ Ρεκλύ;
Πεζό – Αυτό είναι δική μου υπόθεση.
Ο Pinoy, στην εξέτασή του, παραδέχθηκε πως σε μια δημόσια συγκέντρωση είχε ρίξει ένα ποτήρι νερό στα μούτρα ενός δημοσιογράφου που δεν είχε το θάρρος για τις απόψεις του.
Δικαστήριο – Δεν καταδικαστήκατε κάποτε για αλητεία;
Πινογί (με μεγάλη ενέργεια) – Ναι, και η καταδίκη της κοινωνίας βρίσκεται ακριβώς στο γεγονός πως ένας νέος και δυνατός εργάτης μπορεί να βρεθεί υποχρεωμένος να κλέψει ή να ζητιανέψει για να ζήσει, ενώ ένα πλήθος τεμπέληδων πεθαίνει πάνω στο χρυσό από τη βαρυστομαχιά.
Δικαστήριο – Δεν χτυπήσατε τον αστυνομικό Marton;
Πινογί – Αυτό δεν αφορά τη Διεθνή.
Ύστερα ήρθε ο Nicolas Didelin.
Δικαστήριο – Κατηγορήστε ότι έχετε καλέσει τους στρατευμένους σε απεργία. Γιατί απορρίψατε να κάνετε την 28 ημερών στρατιωτική σας θητεία;
Ντιντελέν – Δέχομαι να σας πω, αλλά δεν καταλαβαίνω γιατί με ρωτάτε για γεγονότα που δεν έχουν καμία σχέση με τη Διεθνή. Αρνήθηκα να κάνω τις είκοσι οχτώ μέρες γιατί υπάρχουν θρησκευτικά πιστοί που απαλλάσσονται απ’ αυτήν˙ επειδή δεν επιθυμώ μόνιμους στρατούς πια˙ επειδή θα ήθελα να δω να εξαφανίζεται ο πόλεμος˙ επειδή οι στρατιώτες που πυροβόλησαν το 1871….
Δικαστήριο (διακόπτοντας) – Δικαιολογείτε την εξέγερση. Οι άνθρωποι τους οποίους πυροβόλησαν το 1871 επιθυμούσαν την ανατροπή της Δημοκρατίας.
Ντιντελέν – Οι άνθρωποι του 1871 υπέστησαν μια τρομερή πολιορκία, κι επιθυμούσαν, αντιθέτως, να ιδρύσουν τη Δημοκρατία.
Δικαστήριο (εξακολουθώντας τις διακοπές) – Βλέπω πως υπάρχουν άνθρωποι σ’ αυτή την αίθουσα που συμφωνούν μαζί σας˙ το δικαστήριο δεν συμμερίζεται τις απόψεις σας. Επομένως, ας αφήσουμε αυτό το θέμα.
Στην κατάληξη ο Ντιντελέν ανακοίνωσε πως ο αστυνομικός που τον συνέλαβε τον έβρισε και του φέρθηκε με άνανδρο τρόπο.
Δικαστήριο – Αυτό πρέπει να είναι ψέμα. Όλοι ξέρουν πως η αστυνομία είναι ευγενική.
Μετά την ανάκριση των κρατούμενων, η κυβέρνηση κάλεσε διάφορους μάρτυρες, οι περισσότεροι απ’ αυτούς αστυνομικοί, κανένας από τους οποίους δεν ήταν σε θέση να συνδέσει τους κατηγορούμενους σε ελάχιστο βαθμό με τη Διεθνή ή να αποδείξει την ίδια την ύπαρξη της Διεθνούς. Ο εισαγγελέας ύστερα συνόψισε την υπόθεση, υποστηρίζοντας πως το Συνέδριο του Λονδίνου αποδεικνύει την ύπαρξη της Διεθνούς, πως οι σχέσεις του Κροπότκιν με τα μέλη της Λυονέζικης Ομοσπονδίας αποδεικνύουν πως το σωματείο αυτό είναι μέρος της ένωσης, και πως το γεγονός πως όλοι οι κρατούμενοι ανήκουν σε Αναρχικές ομάδες σχετικές με τον Κροπότκιν αποδεικνύει πως είναι συνδεδεμένοι με τη Διεθνή.
Η υπεράσπιση ξεκίνησε στις 12 Ιανουαρίου με την ανάγνωση από τον Τρεσσό του ακόλουθου μανιφέστου (Το Μανιφέστο των Αναρχικών της Λυόν, 1883), υπογεγραμμένου από σαράντα έξι από τους κατηγορούμενους:
«Τι είναι η Αναρχία και τι οι Αναρχικοί;
Οι Αναρχικοί είναι πολίτες οι οποίοι, σε έναν αιώνα που η ελευθερία έκφρασης διακηρύσσεται παντού, πιστεύουν πως είναι δικαίωμα και καθήκον τους να κάνουν έκκληση για απεριόριστη ελευθερία.
Σε ολάκερο τον κόσμο υπάρχουν μερικές χιλιάδες από εμάς, ίσως λίγα εκατομμύρια, που δεν έχουν καθήκον άλλο από το να φωνάζουν δυνατά αυτό που πιστεύει το πλήθος. Είμαστε μερικά εκατομμύρια εργάτες που απαιτούμε απόλυτη ελευθερία, τίποτα πέρα από την ελευθερία, οποιαδήποτε ελευθερία.
Θέλουμε ελευθερία˙ διεκδικούμε για κάθε ανθρώπινη ύπαρξη το δικαίωμα να κάνει ότι τον ευχαριστεί και τα μέσα για να το κάνει. Ένα άτομο έχει το δικαίωμα να ικανοποιεί ολοκληρωμένα όλες τις ανάγκες του, χωρίς άλλο όριο πέρα από τις φυσικές αδυναμίες και τις ανάγκες των γειτόνων του, που πρέπει να είναι σεβαστές εξίσου με τις δικές του.
Θέλουμε ελευθερία και πιστεύουμε ότι η ύπαρξή της δεν συμβιβάζεται με καμιά εξουσία, χωρίς να έχει σημασία η προέλευση και η μορφή της, χωρίς να έχει σημασία αν είναι εκλεγμένη ή επιβεβλημένη, μοναρχική ή ρεπουμπλικανική, εμπνευσμένη από τη Θεία χάρη, το λαϊκό δικαίωμα, το ιερό λάδι ή την καθολική ψηφοφορία.
Η ιστορία μας διδάσκει πως κάθε κυβέρνηση είναι όπως κάθε άλλη κυβέρνηση και πως όλες έχουν την ίδια αξία. Οι καλύτερες είναι οι χειρότερες. Σε μερικές υπάρχει περισσότερος κυνισμός, σε άλλες περισσότερη υποκρισία, αλλά στη βάση υπάρχουν πάντα οι ίδιες διαδικασίες, πάντοτε η ίδια αδιαλλαξία. Δεν υπάρχει καμιά κυβέρνηση, περιλαμβανομένης αυτής που εμφανίζεται ως η πιο φιλελεύθερη, που δεν έχει στη σκόνη του νομικού της οπλοστασίου κάποιον καλό μικρό νόμο που αφορά την [Πρώτη] Διεθνή για να χρησιμοποιηθεί ενάντια στην ενοχλητική αντιπολίτευση.
Το κακό, στα μάτια των αναρχικών, δεν κατοικεί σε μία μορφή διακυβέρνησης περισσότερο απ’ ότι σε κάποια άλλη. Στην ιδέα της κυβέρνησης καθεαυτής ενυπάρχει το άθλιο ψέμα. Το προνόμιο της εξουσίας είναι κακό.
Το ιδανικό μας για τις ανθρώπινες σχέσεις είναι να υποκαταστήσει την ελεύθερη σύμβαση, διαρκώς ανοιχτή σε αναθεώρηση ή ακύρωση, στη θέση της διοικητικής και νομικής κηδεμονίας και την επιβαλλόμενη πειθαρχία.
Οι Αναρχικοί προτείνουν την διδασκαλία των ανθρώπων για να κάνουν χωρίς κυβέρνηση, όπως ήδη μαθαίνουν να κάνουν χωρίς το Θεό.
Οι Αναρχικοί επίσης διδάσκουν τους ανθρώπους να προοδεύουν χωρίς την ιδιωτική ιδιοκτησία. Αντιθέτως, ο χειρότερος τύραννος δεν είναι αυτός που σε φυλακίζει˙ είναι αυτός που σε λοιμοκτονεί. Ο χειρότερος τύραννος δεν είναι αυτός που σε τραβάει απ’ το γιακά˙ είναι εκείνος που σε άγει και σε φέρει από την κοιλιά.
Δεν υπάρχει απελευθέρωση χωρίς ισότητα! Δεν υπάρχει ελευθερία σε μια κοινωνία που το κεφάλαιο μονοπωλείται στα χέρια μιας ολοένα μικρότερης μειοψηφίας, σε μια κοινωνία που τίποτα δεν χωρίζεται ισότιμα, ούτε καν η δημόσια εκπαίδευση, η οποία πληρώνεται από τα λεφτά τους καθενός.
Εμείς πιστεύουμε πως το κεφάλαιο είναι κοινή κληρονομιά του ανθρώπινου είδους επειδή είναι ο καρπός της συνεργασίας μεταξύ των προηγούμενων και των σημερινών γενεών και θα πρέπει να τεθεί στη διάθεση όλων, έτσι που κανείς να μην αποκλείεται και κανείς να μην μπορεί να συσσωρεύσει ένα μέρος απ’ αυτό σε βάρος των άλλων.
Με μια λέξη, αυτό που θέλουμε είναι ισότητα. Θέλουμε πραγματική ισότητα ως φυσική συνέπεια της ελευθερίας, μάλιστα ως απαραίτητη προκαταρκτική προϋπόθεση της.
Απ’ τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητές του˙ στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του.
Αυτό είναι που θέλουμε˙ εκεί είναι αφιερωμένες οι ενέργειές μας. Αυτό θα πρέπει να γίνει, γιατί κανένας περιορισμός δεν μπορεί να υπερισχύσει έναντι των αξιώσεων που είναι δικαιολογημένες αλλά και αναγκαίες. Γι’ αυτό η κυβέρνηση επιθυμεί τη δυσφήμησή μας.
Αλήτες καθώς είμαστε, απαιτούμε ψωμί για όλους, γνώση για όλους, δουλειά για όλους, ανεξαρτησία και δικαιοσύνη για όλους.»
Κανένας μάρτυρας δεν κλήθηκε από την υπεράσπιση, αλλά οι κρατούμενοι με τη σειρά τους υπερασπίστηκαν τους εαυτούς τους, άλλοι μέσω δικηγόρων και άλλη με τα δικά τους λόγια. Ένας απ’ αυτούς, ο Joseph Bernard, είπε πως κανένα στοιχείο δεν έχει προσφερθεί που να τον συνδέει με τη Διεθνή, θα έπρεπε να περιοριστεί στο να απαντήσει στις επιθέσεις ενάντια στις σοσιαλιστικές του απόψεις. Ύστερα αποτύπωσε εύγλωττα τα ελαττώματα της υπάρχουσας κοινωνίας και ξεσκέπασε τις τερατώδεις ανομίες της.
«Ο οικονομολόγος, J.B. Say, είπε πως “οι εργάτες είναι καταδικασμένοι σε διαρκή αθλιότητα, και υπάρχουν ορισμένες καταστάσεις που τους επιτρέπεται να καλυτερεύουν την κατάστασή τους.” Ξέρετε ποιες είναι αυτές οι περιστάσεις; Ωραία, δεν έχω τολμήσει να το πω ποτέ στις ομιλίες μου, εγώ ένας επαναστάτης, – κι όμως δηλώνεται σαφέστατα στην εργασία του μεγάλου οικονομολόγου της πολιτικής οικονομίας, – η φωτιά και η λεηλασία. Μας κατηγορούν για προδιάθεση προς το έγκλημα˙ αλλά η παρούσα κοινωνία έχει σκοτώσει εκατομμύρια εργατών. Δεν είναι πραγματικός εγκληματίας αυτός που συντηρεί αυτή την ανθυγιεινή οργάνωση; Δεν επιθυμούμε το έγκλημα, εφόσον δεν επιθυμούμε άλλο πόλεμο˙ δεν ευχόμαστε να σκοτώσουμε τους μπουρζουάδες, αλλά μόνο να τους βάλουμε σε μια θέση όπου να παράγουν για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους.» Ο Μπερνάρ εξήγησε στη συνέχεια πως Επανάσταση δεν σημαίνει την ωμή βία που τίθεται στην υπηρεσία της εξέγερσης, αλλά το μετασχηματισμό της κοινωνίας, και κατέληξε λέγοντας πως οποιαδήποτε κι αν είναι η ποινή που τον περιμένει, θα ξανάρχιζε αυτό που είχε κάνει, και πως, όταν οι εργάτες θα κατέβαιναν στο δρόμο για να δώσουν ένα τέλος στις άθλιες συνθήκες τους, αυτός θα ήταν μαζί τους.
Στις 13 Ιανουαρίου ήταν η ακρόαση του Εμίλ Γκαμιέ. Να τι είπε:
«Έχω το δικαίωμα να είμαι Αναρχικός; Αυτό είναι το πραγματικό και μοναδικό ερώτημα σ’ αυτή την υπόθεση.
»Φαίνεται πράγματι από το επιχείρημα της κυβέρνησης πως η Διεθνής και Λυονέζικη Ομοσπονδία είναι ταυτόσημες˙ τώρα, εγώ δεν ανήκω σ’ αυτή. Αυτή η Διεθνής δεν υπάρχει πλέον ως οργάνωση και συνεπώς δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του νόμου του 1872. Η Ένωση είναι ακριβές και αυστηρά καθορισμένο πράγμα. Που είναι τα κεντρικά γραφεία της οργάνωσης που καταδιώκεται; Που είναι τα ταμεία της; Ποια είναι τα καταστατικά της; Δεν είναι οι Ιησουίτες και οι Ελευθεροτέκτονες διεθνείς οργανώσεις; Δεν είναι οι χρηματοοικονομικές εταιρίες ίσες διεθνώς; Κατηγορούμαστε για την επιθυμία να μην έχουμε πια χώρα. Ρωτήστε, λοιπόν, τους βαρόνους της οικονομίας ποια είναι η δική τους χώρα.
»Η παλιά Διεθνής ήταν πράγματι μια οργάνωση, αλλά διέλυσε στο Συνέδριο της Χάγης. Ο νόμος του 1872 τιμωρεί την υπαγωγή στη Διεθνή˙ τώρα, είναι καίριο πως η λέξη υπαγωγή σημαίνει την αποδοχή σε μια ένωση μετά από συγκεκριμένες διατυπώσεις και δεσμεύσεις. Έχετε πειστήρια για τη συμμετοχή μας σ’ αυτή την οργάνωση; Η κυβέρνηση έχει αποτύχει στο να βρει το παραμικρό στοιχείο. Το συμπέρασμα, συνεπώς, είναι αυταπόδεικτο: η Διεθνής δεν υπάρχει.
»Ή αντιθέτως, κάνω λάθος˙ έχει υπάρξει για τρεις μήνες σύμφωνα με την παρούσα δίωξη, κι εχθές βγήκε, ένοπλη και εξοπλισμένη, μέσα απ’ το μυαλό του εισαγγελέα της κυβέρνησης, όπως η Αθηνά βγήκε από το μυαλό του Δία. Δεν φαντάζομαι πως η δικαιοσύνη έχει τη δύναμη να αναστήσει το νεκρό.
»Θα σας πω τι υπάρχει. Υπάρχουν πολίτες διαφορετικών εθνικοτήτων που έχουν τις ίδιες απόψεις, και κρατούν τα χέρια τους πάνω απ’ τα σύνορα, από το Βορρά ως το Νότο κι απ’ την Ανατολή ως τη Δύση. Υπάρχουν άτομα και πλήθη που μοιράζονται κοινές πεποιθήσεις. Είμαι από εκείνους τους μεγάλους εγκληματίες που νομίζουν πως η κυβέρνηση δεν έχει σε τίποτα να κάνει με την κατανομή των φιλικών μου σχέσεων. Το ζήτημα τώρα είναι αν στη Γαλλία επιτρέπεται κανείς να καλλιεργεί φιλικές σχέσεις με ξένους. Τώρα, ανάμεσα στους ξένους για τους οποίους είμαι κατηγορούμενος για την καλλιέργεια σχέσεων, υπάρχει ένας Γάλλος, ο Ελιζέ Ρεκλύ, ο οποίος με το ταλέντο και το χαρακτήρα του τιμά την χώρα του. Αν αυτός ο άνθρωπος είναι άτακτος και δεν μπορεί κάποιος να του κάνει χειραψία και να παραμείνει αθώος, αυτός γιατί δεν είναι εδώ; Γιατί δεν τον έχω συναντήσει σε κανένα κελί κατά τη διάρκεια της περιήγησής μου στον σωφρονιστικό κόσμο αυτές τις ογδόντα μέρες;
»Ήταν δικαίωμα μου να βλέπω αυτόν τον μεγάλο πατριώτη (όπως ήταν δικαίωμα του Rochefort να δέχεται τον Parnell, του Gambetta να είναι φίλος με τον πρίγκιπα της Ουαλίας, του Grévy να υποδέχεται τον Kalakua, βασιλιά των Νήσων Sandwich [στμ. των νησιών της Χαβάης]) όπως “τον ανιψιό μου”.
»Αν εφαρμόσουν το νόμο του 1872, δεν θα πρέπει να διώξουν τους Νομιμόφρονες, οι οποίοι παίρνουν τις εντολές τους από τον Frohsdorf; Γι’ αυτόν είναι μια διεθνής δράση. Δεν διατηρούν οι Ελεύθερα Σκεπτόμενοι σχέσεις με ξένους; Συγκροτούν διεθνή συνέδρια. Η Ελεύθερη Σκέψη, η οποία υπάρχει για ένα και μόνο λόγο (την καταστροφή της θρησκείας) εμπίπτει επίσης σ’ αυτό το νόμο του 1872.
»Δεν είναι οι Ρεπουμπλικάνοι που διατηρούν σχέσεις με ανθρώπους όπως οι Castelar, Parnell και Bradlaugh, ένοχοι για διεθνισμό;
»Δεν είχε κάποιον αριθμό Γερμανών αντιπροσώπων στους συγγραφείς της “Δικαιοσύνης”; Δεν είχαν δημοσιεύσει οι “Αδιάλλακτοι” λίστα με εγγραφές από σοσιαλιστές του Άμστερνταμ και του Ρότερνταμ για τους μεταλλωρύχους του Montceau-les-Mlnes;
»Γιατί, λοιπόν, δεν διώκουν τους Νομιμόφρονες, τους Ρεπουμπλικάνους, τους Κολλεκτιβιστές και τους Ελεύθερα Σκεπτόμενους, και γιατί επιφυλάσσουν τους κεραυνούς του νόμου για τους Αναρχικούς;
»Βρισκόμαστε σε μια δίκη δίωξης μιας τάσης˙ η δίωξη είναι ενάντια στις απόψεις μας. Ο εισαγγελέας της κυβέρνησης έχει πει πως όσο υπάρχουν Αναρχικοί, θα τους διώκει. Ωραία, θα σας πω τι είναι οι Αναρχικοί.»
Ο Γκωτιέ στη συνέχεια εξήγησε τις απόψεις του, που δεν είναι παρά η εφαρμογή της απόλυτης ελευθερίας. Οι καλά προσεγμένες λέξεις του γοήτευσαν όλους τους παρόντες και έπεισαν το ακροατήριο της αίθουσας δικαστηρίου. Οι άναυδοι δικαστές άκουσαν με προσοχή τον φυλακισμένο όταν έκανε την ακόλουθη ανακεφαλαιοποίηση:
«Μας κατηγορούν με δικαιολογία την εξέγερση, αλλά δεν είναι οι κυβερνήσεις, οι ίδιες, ένοχες για το ίδιο αδίκημα; Δεν υπάρχει στο Παρίσι μνημείο της νικηφόρας ανταρσίας; Δεν είναι η εθνική εορτή της 14ης Ιουλίου η εξύμνηση της εξέγερσης;
»Εσείς, κύριοι, που κάθεστε σ’ αυτό το δικαστήριο, είστε στασιαστές, εφόσον μας δικάζετε σήμερα στο όνομα της Δημοκρατίας που έριξε την αυτοκρατορική μοναρχία. Αν ο Bazaine ήταν στο Παρίσι της 4ης Σεπτέμβρη, θα μας δικάζατε τώρα στο όνομα του αυτοκράτορα.
»Με την είσοδό σας στην αίθουσα διαβουλεύσεων θα πείτε μεταξύ σας, κύριοι, πως αυτοί οι 52 εργάτες, που βρίσκονται τόσο καιρό στη φυλακή περιμένοντας τη δίκη, έχουν ήδη πληρώσει ακριβά για το δικαίωμα να έχουν μια άποψη – το μόνο έγκλημα που τους φορτώνετε – και θα σπεύσετε να τους αποκαταστήσετε στις οικογένειές τους˙ το να μας καταδικάσετε δεν είναι είναι απάντηση και δεν υπάρχει προγραφή που μπορεί να σώσει ένα φθαρμένο πολιτικό σύστημα. Θυμηθείτε πως το 1871, μετά την αισχρή εκατόμβη των τριάντα πέντε χιλιάδων Παριζιάνων, θεωρήθηκε πως είχε τοποθετηθεί η σφραγίδα πάνω απ’ τον τάφο του δολοφονημένου σοσιαλισμού, και σήμερα ο σοσιαλισμός είναι πιο δυνατός από ποτέ.
»Δεν θα είναι η καταδίκη αυτών των πενήντα δύο φυλακισμένων που θα σκοτώσει την Αναρχική συντροφικότητα.
»Αντιθέτως με τις διώξεις σας, οι προσηλυτισμένοι θα αυξηθούν˙ και αν μετά τις καταδίκες σας, θα πρέπει να παραμείνει μόνο ένας Αναρχικός, θα πρέπει να είμαι εγώ αυτός.»
Το πιο αξιοσημείωτο γεγονός της δίκης έλαβε χώρα στις 15 Γενάρη, όταν ο Κροπότκιν μίλησε για να υπερασπιστεί τον εαυτό του, ακολούθως:
»Πιστεύω, κύριοι, πως πρέπει να έχετε πληγεί, από την αδυναμία των στοιχείων του υπουργείου δημόσιων υποθέσεων, στο να αποδείξετε πως εμείς ανήκουμε στη Διεθνή.
»Πρέπει να έχετε καταλήξει πως η Διεθνής δεν υπάρχει˙ εκτός αυτού, η κυβέρνηση έχει σχεδόν ομολογήσει το ίδιο, από τότε που ο εισαγγελέας είπε πως δεν θα σταματήσει να διώκει τους Αναρχικούς.
»Οπότε, το ζήτημα τίθεται διαφορετικά και είναι πλέον ξεκάθαρο πως αυτή η δίωξη είναι λόγω απόψεων (θα αναφέρω περισσότερα), μια δίωξη της στιγμής, για το νόμο που έχει εφαρμοστεί ελάχιστα από το 1872 και που φαινόταν κενό γράμμα.
»Υπάρχει το δεδομένο πως εκείνη την εποχή οι εργάτες δεν διέκοψαν τις σχέσεις τους με τους ξένους. Έχει συμπεράνει κανείς απ’ αυτό πως η Διεθνής Ένωση έχει επανιδρυθεί;
»Αυτή η δίωξη, ανεξάρτητα από το χαρακτήρα της, είναι κατ’ ουσίαν μια ταξική δίωξη. Ο νόμος του 1872, πράγματι, διαχωρίζει την κοινωνία σε δύο τάξεις, εφόσον στοχεύει μόνο τη Διεθνή Ένωση των Εργατών. Δεν αποδεικνύεται από το γεγονός πως η αστική τάξη έχει το δικαίωμα να συνεργάζεται με ξένους με ατιμωρησία και χωρίς την παρέμβαση του νόμου;
»Για παράδειγμα, τελευταία κάποιοι Γάλλοι βουλευτές παρακολούθησαν τα αποκαλυπτήρια ενός μνημείου που ανεγέρθη για τον Ιταλό επαναστάτη Mazzini, που ξόδεψε όλη τη ζωή του σε προσπάθειες για να φτάσει να σκοτώσει τους Αυστριακούς, Γάλλους και Ιταλούς άρχοντες. Οι βουλευτές αυτοί διώχθηκαν;
»Δεν γίνονται τακτικά συναντήσεις των Ιταλών και Γάλλων Ρεπουμπλικάνων στο Παρίσι; Απέναντι σ’ αυτή τη δίωξη απόψεων, τη δεδομένη χρονική στιγμή, της μίας τάξης, αμφιταλαντεύτηκα για να υπερασπιστώ τον εαυτό μου˙ αλλά πέρα από μας υπάρχει ένα μεγαλύτερο δικαστήριο, η κοινή γνώμη. Θα μιλήσω γι’ αυτό.
»Ασφαλώς, θα ήταν πολύ καλό πράγμα αν θα μπορούσαμε να έχουμε δηλώσει τους εαυτούς μας ως μέλη της Διεθνούς˙ αλλά δεν μπορούμε, γιατί αυτή η τεράστια οργάνωση των εργαζομένων όλου του κόσμου δεν έχει υπάρξει στη Γαλλία από τότε που ο άδικος νόμος του 1872 τη διέλυσε.
»Απ’ την πλευρά μου, θα ήμουν περήφανος να ομολογήσω πως ανήκω σε μια κοινωνία για την οποία ο μεγάλος πατριώτης, Γκαριμπάλντι έχει πει πως: Είναι ο ήλιος του μέλλοντος.
»Ποτέ μου δεν θεώρησα πως είναι έγκλημα να πω στους εργάτες των δύο κόσμων: Εργάτες, όταν η μπουρζουαζία σας βυθίζει στην αθλιότητα, κάντε μια εκεχειρία στο μίσος˙ ενώστε τα χέρια κατά μήκος των συνόρων˙ γίνετε αδέλφια.
»Ω! εσείς είπατε κ. Εισαγγελέα, πως δεν έχουμε πατρίδα. Υποθέτετε πως δεν χτυπάει δυνατότερα η καρδιά μου όταν ηχεί ένα Ρώσικο τραγούδι στ’ αυτί μου, από όταν ακούω ένα Γαλλικό; Υποθέτετε πως η αγάπη μου δεν είναι μεγαλύτερη για τους αιθέρες της χώρας μου και πως δεν προτιμώ την παραδοσιακή κατοικία του Ρώσου χωρικού από το Γαλλικό αρχοντικό;
»Αλλά αγαπώ τη Γαλλία, επειδή θεωρώ πως αυτή η υπέροχη χώρα προπορεύεται των υπόλοιπων εθνών˙ είμαι έτοιμος να βοηθήσω στην ανάπτυξη της και δεν είμαι ο μόνος.
»Όταν οι Γερμανοί στρατιώτες έκαιγαν, με τις κραυγές του Vive I’empereur!, τα σπίτια των αγροτών σας, ο Μπέμπελ και ο Λίμπνεχτ στη Γερμανία έκαναν να ακουστούν οι διαμαρτυρίες τους.
»Τόσοι μύθοι έχουν βγει που αφορούν εμένα που με αναγκάζουν, προς μεγάλη μου λύπη, να δώσω μερικές λεπτομέρειες για τη ζωή μου.
»Ο πατέρας μου ήταν ιδιοκτήτης δουλοπάροικων, σκλάβων, κι απ’ τα γεννοφάσκια μου είχα την ευκαιρία να δω σκηνές όπως αυτές που έχετε διαβάσει στο περίφημο βιβλίο «Η καλύβα του Μπαρμπα-Θωμά (1)». Εκείνη την εποχή έμαθα να αγαπώ αυτούς που βογκούσαν απ’ τη σκλαβιά. Στην καλύβα της νοσοκόμας μου έμαθα να αγαπώ τους καταπιεσμένους και ορκίστηκα να μην ταχθώ ποτέ με τους καταπιεστές.
»Αργότερα μπήκα στη σχολή των ακόλουθων του Τσάρου: είδα το ανάκτορο από μέσα κι έμαθα να το περιφρονώ.
»Αυτό, το 1862. Εκείνη την εποχή έπνεε ένας άνεμος φιλελευθεροποίησης στη Ρωσία και ξεκίνησαν να συζητούνται οι μεταρρυθμίσεις.
»Έχοντας το προνόμιο να επιλέγω τα σώματα τα οποία θα υπηρετούσα, δεν δίστασα να διαλέξω ένα σύνταγμα Κοζάκων στη Σιβηρία, θεωρώντας πως σε αυτή τη θλιμμένη χώρα θα μπορούσα να εργαστώ γι’ αυτές τις μεταρρυθμίσεις που τόσο ποθούσα. Ήμουν aide-de-camp (υπασπιστής ανώτατου αξιωματικού) του γενικού κυβερνήτη, και από εκείνη τη θέση έκανα ότι καλύτερο μπορούσα. Ήμουν απονήρευτος και πίστευα πως η κυβέρνηση σκόπευε να κάνει μεταρρυθμίσεις. Η Πολωνική εξέγερση ξέσπασε, και ακολούθησε μια τρομερή αντίδραση. Μετά από δύο χρόνια είδα πως η κυβέρνηση δεν ήθελε να κάνει τίποτα˙ αφιέρωσα τον εαυτό μου στην επιστήμη και ταξίδεψα στη Σιβηρία.
»Τελικά έφυγα απ’ τη Σιβηρία, και στην ηλικία των 26 πήρα μια θέση στα θρανία της μαθηματικής σχολής της Αγίας Πετρούπολης. Κατά τη διάρκεια των τεσσάρων χρόνων που έμεινα εκεί, αναπτύχθηκε ένα μεγάλο σοσιαλιστικό κίνημα.
»Το 1873 η κυβέρνηση συνέλαβε εμένα και τον αδερφό μου, και πέρασα δυόμιση χρόνια στη φυλακή. Ο αδερφός μου, που είχε εξουσιοδοτηθεί με ειδικό διάταγμα του αυτοκράτορα να τελειώσει μια γεωγραφική μελέτη της Σιβηρίας, κατάφερε να εκδώσει τον πρώτο τόμο˙ ο δεύτερος έμεινε στα χέρια των ανθρωποφυλάκων. Σ’ εκείνη τη φυλακή άκουγα γύρω μου τις κραυγές των δυστυχισμένων που τρελαίνονταν, και υπέφερα διπλά. Εννιά από τους συντρόφους μου τρελάθηκαν. Έντεκα αυτοκτόνησαν. Στο τέλος των δύο χρόνων με σκορβούτο και δυσπεψία αποφάσισαν να με κάνουν καλύτερα. Με πήγαν στο νοσοκομείο απ’ όπου και απέδρασα. Οι σύντροφοί μου παρέμειναν στη φυλακή τέσσερα χρόνια χωρίς δίκη, δικάστηκαν στην περίφημη δίκη των εκατόν ενενήντα τριών.
»Στην Ελβετία, όπου πέρασα με το όνομα Λεβάσοφ, βρήκα τους εργαζόμενους στην ίδια κατάσταση. Είδα παντού την ίδια εξαθλίωση. Είδα μεγάλες βιομηχανοποιημένες πόλεις όπου τα παιδιά είχαν μόνο βρώμικα και δύσοσμα μέρη για να παίξουν. Έχω δει γυναίκες να ψάχνουν μέσα σε σωρούς βρωμιάς για να καταβροχθίσουν τα απομεινάρια λαχανικών. Έχω δει τη φτώχεια στο Λονδίνο και έχω αναλάβει, από μόνος μου, την αποστολή να εργαστώ για τον κοινωνικό μετασχηματισμό.
»Το 1881 απελάθηκα από την Ελβετία και πήγα στο Τονόν (στμ. πόλη στα ανατολικά της Γαλλίας), όπου έμεινα δυο μήνες. Πριν πάω στην Αγγλία επισκέφθηκα τη Βιέννη, το Σεντ Εττιέν και τη Λυόν. Αυτό είναι το ταξίδι για το οποίο κατηγορούμαι. Γύρισα στο Τονόν στις 12 Οκτώβρη 1882 και περιττεύει να σας πω πως δεν είχα σε τίποτα να κάνω με την υπόθεση Montceau-les-Mines (2), αφού βρισκόμουν στο Λονδίνο όταν έγινε.
»Έχουν επιδιώξει να με παρουσιάσουν ως τον αρχηγό των Μηδενιστών (Νιχιλιστών) κι ως έναν μεγάλο βομβιστή. Έχετε δει στα λόγια των συντρόφων μου πως δεν θέλουν κανέναν αρχηγό. Εξακολουθώ να λαμβάνω γράμματα που περιέχουν προτάσεις για δυναμίτη. Η σύζυγός μου, η οποία βρίσκεται στη Λυόν, λαμβάνει προτάσεις που αφορούν καταχθόνιες μηχανές. Στο Τονόν κάποια άτομα με κάλεσαν, δήθεν για να ζητήσουν εργασία ως κηπουροί ή υπηρέτες, αλλά στην πραγματικότητα για να με παρακολουθούν: τους έκανα δέκα υποκλίσεις από οίκτο για την αναγκαιότητα που τους ανάγκασε να γίνουν τόσο αχρείοι. Την επόμενη μέρα η “Republicain” της Λυών έλεγε: “Ο ανταποκριτής μας είδε τον Πρίγκηπα Κροπότκιν, ο οποίος του είπε πως αυτός ήταν ο αρχηγός του Αναρχικού κινήματος”.
»Είμαι σοσιαλιστής. Μια κοινωνία που είναι χωρισμένη σε δύο διακριτές τάξεις – η μία η οποία παράγει και τελικά δεν κατέχει τίποτα και η άλλη που δεν παράγει και κατέχει τα πάντα – είναι μια κοινωνία χωρίς ηθική και συνεπώς αυτο-κατακριτέα. Η εργασία ενός εργάτη αντιπροσωπεύει ένα μέσο όρο δέκα χιλιάδων φράγκων το χρόνο, και οι ετήσιες απολαβές του δεν είναι ούτε δύο χιλιάδες, και συχνά μόνο χίλια φράγκα. Πλάι σ’ αυτή την αθλιότητα εμφανίζονται η αχαλίνωτη πολυτέλεια, η ανόητη σπατάλη, η ντροπιαστική φαυλότητα της αστικής τάξης που απεικονίζεται τόσο καλά από τον σύγχρονο μυθιστοριογράφο, Εμίλ Ζολά. Με ποια μέσα μπορεί αυτή η επαίσχυντη κοινωνική αδικία να μεταρρυθμιστεί; Η επιστήμη είναι ανίσχυρη να το καταφέρει, και τα οφέλη της εργασίας είναι πάντα για τους εύπορους. Ακόμη κι ο Τζον Στιούαρτ Μιλ επιμένει στον κοινωνικό μετασχηματισμό.
»Ήταν με τη βίαιη απαλλοτρίωση που η αστική τάξη αφαίρεσε από την αριστοκρατία και τον κλήρο τις γαίες και τις περιουσίες τους. Απαιτούμε την εφαρμογή του διατάγματος της (Εθνο) Συνέλευσης: “Η γη ανήκει σε όλους”. Είναι έγκλημα αυτό; Όχι˙ γι’ αυτό είναι αναγκαίο να ισχύσει, για την ευημερία όλων και όχι για το κέρδος μιας τάξης. Ο εισαγγελέας έχει πει πως εγώ είμαι ο ιδρυτής της Αναρχίας˙ αλλά τι θα λέγατε για τον Προυντόν και τον Χέρμπερτ Σπένσερ κι όλους τους μεγάλους διανοητές του 1848;
»Δεν θέλουμε την παύση της εργασίας και της μελέτης και αντί να έρχονται να συζητήσουν μαζί μας, μας φυλακίζουν, μας καταδικάζουν, επειδή υπερασπιζόμαστε αυτές τις Ουτοπίες – όπως εσείς αποκαλείτε – οι οποίες θα είναι η αλήθεια του αύριο. Το ιδεώδες μας έχει φυτευτεί και έχει μεγαλώσει πάρα ταύτα, παρά τις διώξεις, και έχει αναπτυχθεί με εκπληκτική ταχύτητα. Να είστε σίγουροι πως η καταδίκη μας, η φυλάκισή μας, θα προσηλυτίσει κι άλλους. Οι διώξεις, ξέρετε, προσελκύουν τη συμπάθεια. Για τα υπόλοιπα, που αφορούν την καταδίκη μας, δεν θα λύσετε το ζήτημα, – θα το διευρύνετε και θα το διαδώσετε.
»Τέλος θα σας πω πως οι χειρωνάκτες της Γαλλίας και της Ευρώπης, που ξέρουν πως δεν υπάρχουν τα έγγραφα της Διεθνούς, έχουν τα μάτια τους σταθερά επάνω σας, και θα πουν, αν μας καταδικάσετε, πως για την αστική τάξη και τους εργάτες υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά. Τι αποκάλυψη γι’ αυτούς!
»Μην υποδαυλίζετε τα μίση˙ η καταπίεση ποτέ δεν εξυπηρέτησε ένα καλό σκοπό. Διωκόμενη δις υπό την αυτοκρατορία, η Διεθνής σηκώθηκε στα 1870 πιο ένδοξη και δυνατή από ποτέ. Συνθλιμμένος στους δρόμους, μετά την Κομμούνα, κάτω από 30 χιλιάδες νεκρά κορμιά, ο σοσιαλισμός, δυνατότερος από πριν, έχει ενσταλάξει νέα ζωή στο αίμα των αποστόλων της. Οι ιδέες του για την οικονομία έχουν διαδοθεί σε τεράστιο βαθμό, κι ο Μπίσμαρκ ο ίδιος έχει παραδεχθεί την αχρηστία των νόμων ενάντια στους σοσιαλιστές.
»Πιστέψτε με, κύριοι, η κοινωνική επανάσταση είναι σιμά˙ σε λιγότερο από δέκα χρόνια θα ξεσπάσει˙ ζω ανάμεσα στους εργαζόμενους και το βεβαιώνω. Εμπνευστείτε απ’ τις ιδέες τους, βρεθείτε στις τάξεις τους, και θα δείτε πως είμαι σωστός.
»Επιτρέψτε μου να σας πω τι πιστεύω. Μη διεγείρετε την εκδίκηση των εργατών, κατ’ αυτόν τον τρόπο θα προετοιμάσετε νέες συμφορές. Ξέρετε πως η δίωξη είναι το καλύτερο μέσο για τη διάδοση μιας ιδέας. Αυτό επιθυμείτε; Επιθυμείτε ένα μέλλον σφαγών για τη Γαλλία; Επαναλαμβάνω, δεν θα περάσουν δέκα χρόνια χωρίς την κοινωνική επανάσταση.
»Τι είναι αναγκαίο να κάνετε στη θέα αυτή της επανάστασης; Θα σκυθρωπιάσετε, θα κλείσετε τα μάτια, δεν θα εύχεστε και δεν θα ξέρετε τίποτα; Όχι, θα έπρεπε να μελετήσετε ειλικρινώς το κίνημα, ειλικρινά να εξετάσετε αν, ενδεχομένως, εμείς μπορεί να μην έχουμε δίκιο. Σας ξορκίζω, κάθε άνθρωπο με καρδιά που μ’ ακούει, το ζήτημα είναι σοβαρό και αναπόφευκτο.
»Ίσως θα κρίνετε πολύ τολμηρό εκ μέρους μου να χρησιμοποιώ αυτή τη γλώσσα σ’ ένα δικαστήριο˙ αλλά αν μόνο δύο ή τρία άτομα πληγούν με την αλήθεια των λέξεων μου και τις αντιληφθούν ως ωφέλιμη προειδοποίηση, δεν θα πρέπει να το έχω πληρώσει τόσο ακριβά, με μερικά χρόνια φυλάκισης, για την ευχαρίστηση πως έχω κάνει το καθήκον μου.
»Αν εγώ, με τη συμβουλή μου να δείτε το δίκιο της κοινωνικής επανάστασης, μπορώ να κάνω να αποφευχθεί το άσκοπο χύσιμο μερικών σταγόνων αίματος, ω! τότε θα πεθάνω μέσα στους τοίχους της φυλακής και θα πεθάνω ικανοποιημένος.
»Αν, ωστόσο, οι προειδοποιήσεις μου δεν αρκούν και η κοινωνική επανάσταση εισβάλει βίαια και από αποτυχία της αστικής τάξης, θα πρέπει να βρεθώ με τους φίλους μου.»
Σε αντίθεση με αυτές τις προειδοποιήσεις το δικαστήριο, στις 19 Γενάρη, καταδίκασε τους Κροπότκιν, Μπερνάρ, Μπορντά και Γκαμιέ σε φυλάκιση πέντε ετών, πρόστιμο ύψους χιλίων φράγκων, δέκα χρόνια επιτήρησης και πέντε χρόνια απαγόρευση εισόδου στη χώρα˙ τέσσερις άλλους φυλάκιση για τρία χρόνια, πρόστιμο πεντακοσίων φράγκων, δέκα χρόνια επιτήρησης και πέντε χρόνια απαγόρευση˙ οχτώ άλλους σε φυλάκιση ενός έτους, διακόσια φράγκα και πέντε χρόνια απαγόρευση˙ και δέκα ακόμη σε φυλάκιση έξι μηνών, πενήντα φράγκα και πέντε χρόνια απαγόρευση. Οι υπόλοιποι πέντε ή έξι απαλλάχθηκαν.
Ο Γκωτιέ και κάποιοι άλλοι σύντροφοι άσκησαν έφεση, αλλά ο Κροπότκιν αρνείται επίμονα να λάβει άλλα μέτρα για δικό του λογαριασμό.
Εφημερίδα Liberty 2 no. 7 (February 17, 1883):1, 3-4.
________________________________________________
Σημειώσεις
1) Τίτλος πρωτότυπου: Uncle Tom’s Cabin ή, Life Among the Lowly. Περίφημη νουβέλα του 1852 ενάντια στη σκλαβιά που υπήρχε ως τότε. Γραμμένο από την Χάριετ Μπίτσερ Στόου έγινε σύντομα μπεστ σέλερ στις ΗΠΑ και έδωσε μια νέα οπτική για την αντιμετώπιση των αφροαμερικανών.
2) Μια απεργία που προκλήθηκε το 1882 κυρίως απ’ τη στάση αφεντικών και διαχειριστών του στα ορυχεία της περιοχής τα οποία προμηθεύουν με άνθρακα όλα τα μεγάλα έργα της περιοχής. Στην απεργία είχαν ανάμειξη και οι Αναρχικοί.