ριζοσπαστική θεωρία και ιστορία… για την Αναρχία

1892 – 1894: Η εξέγερση και η σφαγή στη φυλακή της Καγιέν

Μια σύντομη ιστορία της βίαιης καταστολής της φυλακής της νήσου Καγιέν στη Γαλλική Γουιάνα. Μια εξέγερση ενάντια στη δολοφονία ενός κρατούμενου που την ακολούθησε μια σφαγή αναρχικών από τις Αρχές.

Το "νησί του Διαβόλου. Φοίνικες και βασανιστήρια...
Το "νησί του Διαβόλου. Φοίνικες και βασανιστήρια...

Τα νησιά της Σωτηρίας βρίσκονται στη Καγιέν, σ’ αυτό που ήταν παλιότερα η Γαλλική Γουιάνα στη Νότια Αμερική. Απ’ αυτά τα τρία νησιά – φυλακές  (από τα οποία το Νησί του Διαβόλου([1]) είναι το πιο κακόφημο) ήταν προορισμένα από τις γαλλικές αρχές για δύσκολες υποθέσεις, για δραπέτες με αρκετές αποδράσεις στο ενεργητικό τους και για πολιτικούς κρατούμενους. Εκείνη την περίοδο πολλοί αναρχικοί στάλθηκαν σ’ αυτά τα κολαστήρια.

Παρά την παραδεισένια εμφάνισή τους, αυτά τα νησιά, περιτριγυρισμένα από δυνατά ρεύματα και καρχαρίες, ήταν ένα τρομακτικό μέρος για τους κρατούμενους. Κύρια ασχολία των φυλακισμένων εδώ ήταν να ρίχνουν αλατισμένο νερό σε αγριόχορτα που ξεφύτρωναν στους δρόμους και γύρω από τα κτίρια. Εν ολίγοις βασίλευε η πλήξη. Εκτός των κρατουμένων που λόγω παραβάσεων εξέτιαν την ποινή τους στην απομόνωση, στους φυλακισμένους επιτρέπονταν να κυκλοφορούν τη διάρκεια της μέρας, πριν τους κλειδώσουν και τους αλυσοδέσουν την νύχτα. Θα μπορούσε κανείς να αντιληφθεί και να κατανοήσει το γενικότερο κλίμα αυτών των νησιών παρακολουθώντας την ταινία «Ο Πεταλούδας».

Στις αρχές του 1890 παράνομα γράμματα αναρχικών έκαναν την εμφάνιση τους σε μια γαλλική εφημερίδα, καταγγέλλοντας τη μεταχείριση των φυλακισμένων στα νησιά φυλακές (κατά γράμμα «ποινικές αποικίες»). Αναφέρονταν στην έλλειψη ιατρικής περίθαλψης, στην κατάσχεση της αλληλογραφίας, σε αποκρουστικά βασανιστήρια και τιμωρίες.

Το 1892, οι αρχές είχαν σχεδιάσει μια προβοκάτσια, ελπίζοντας να βρούνε πάτημα για να πυροβολήσουν τους αναρχικούς, αλλά αυτό απέτυχε. Το καθεστώς έγινε πιο αυστηρό, και οι υψηλά ιστάμενοι έδωσαν το πράσινο φως στους δεσμοφύλακες να ξεφορτωθούν τους αναρχικούς. Αυτοί συζήτησαν μεταξύ τους ποιος θα δολοφονήσει τον πρώτο αναρχικό.

Τον Σεπτέμβρη του 1894 ο ανθρωποφύλακας Μόσκα δολοφόνησε τον αναρχικό Φρανσουά Μπριέν (Francois Briens). Πριν πεθάνει δήλωσε: «Πεθαίνω για την αναρχία, οι αναρχικοί θα εκδικηθούν για μένα».

Την 21η Οκτώβρη ο ανθρωποφύλακας δολοφονήθηκε όπως του άξιζε, μαχαιρωμένος από ένα στιλέτο μαζί με άλλα τρία τσιράκια του. Οι αρχές ήταν προετοιμασμένες. Ξεκίνησε ένα ανθρωποκυνηγητό χωρίς έλεος. Το πρωί της 22ης  ο Σαρλ Ακίλλε Σιμόν (Charles Achille Simon) (γνωστός σαν «Μπισκότο» και «Ραβασόλ Β’») βρέθηκε κρυμμένος σε ένα δέντρο καρύδας.

Ένας στρατιώτης τον έβρισε και κατόπιν τον δολοφόνησε όταν αυτός απάντησε «Ζήτω η Αναρχία». Ο Σιμόν γεννήθηκε στη Λουαρέ (Loiret) το 1873. Μέλος του αναρχικού πυρήνα του Σεν Ντενί (Saint Denis), μαζί με τον αναρχικό της πράξης Ραβασόλ, είχε τοποθετήσει βόμβα στο μέσα στο σπίτι του Μ. Μπενουά (Μ. Benoit), ο οποίος ήταν προεδρεύων δικαστής στη δίκη των αναρχικών Νταρντάρ και Ντεκά (Dardare and Decamp). Αυτοί οι δύο συμμετείχαν στην διαδήλωση της Πρωτομαγιάς στο Κλισύ Λεβαλουά (Clichy Levallois) το 1891. Η αστυνομία επιτέθηκε στη διαδήλωση, και προχώρησε στη σύλληψη των Νταρντάρ και Ντεκά. Ένας άλλος αναρχικός τραυματίστηκε από την αστυνομία ενώ και οι τρεις ξυλοκοπήθηκαν βάναυσα στο τμήμα. Ο Μπενουά απαιτούσε από  τους ενόρκους την μακροχρόνια ποινή φυλάκισης των Νταρντάρ και Ντεκά.

Τρεις ακόμη κρατούμενοι – ο Μαρσεβά, ο Λεμπώ και ο Ζυλ Λεό Λωτιέ (Marsevin, Lebault and Jules Leon Leauthier) – πυροβολήθηκαν θανάσιμα, ενώ κρατώντας ο ένας το χέρι του άλλου φώναζαν «Ζήτω η ελευθερία, ζήτω η αναρχία!». Ο Λωτιέ είχε μαχαιρώσει έναν Σέρβο υπουργό, τραυματίζοντας τον σοβαρά, στο Παρίσι το 1893. Είχε καταδικαστεί σε ισόβια καταναγκαστικά έργα στις 23 Φεβρουαρίου το 1894.

Ο Ντερβώ, ο Μπεζιέ, ο Γκαρνιέ και ο Μπενουά Σεβενέ (Dervaux, Boesie, Garnier, and Benoit Chevenet), δολοφονήθηκαν λίγο αργότερα. Έχοντας βρει καταφύγιο σε μια σπηλιά, ο Κερβώ και ο Μαρμ (Kervaux and Marmes), οδηγήθηκαν έξω με τη χρήση καπνού και πυροβολήθηκαν. Την επομένη, το πρωί της 23ης Οκτώβρη, ο Εντουάρντ Ομπά Μαρπώ (Edouard Aubin Marpaux) είχε ακριβώς το ίδιο τέλος. Γεννημένος το 1866 στο Φραισάνς της Τζούρα (Fraisans, Jura), συμμετείχε στην «Αντιπατριωτική Ένωση» καθώς και στην «Ένωση Ενάντια στη Ιδιοκτησία». Ήταν γραμματέας της Συνδικαλιστικής Ένωσης Σφραγιστών. Είχε λάβει μέρος σε επαναστατικές απαλλοτριώσεις μαζί με τον Πίνι([2]). Στις 17 Νοεμβρίου του 1893 παγιδεύτηκε από την αστυνομία αλλά κατάφερε να μαχαιρώσει ένα μπάτσο στη συμπλοκή που ακολούθησε. Καταδικάστηκε σε ισόβια στις 28 Φεβρουαρίου το 1894 για να πεθάνει μόνο λίγους μήνες αργότερα.

Άλλοι αναρχικοί που δολοφονήθηκαν είναι οι Ματτέι, Μαξίμ Λεμπώ, Μεζάρκιλ, Ανρί Πιερ Μυρβέ, Αγκούστο Αλφρέντ Φουγκό, Τίρβουζ και Μπερνάρ Μεμέρ. Οι γιατροί όταν είδαν τα νεκρά σώματα φώναζαν: «Αρκετά! Θα κάνετε την θάλασσα κόκκινη, σταματήστε αυτό το μακελειό!»

Ο Φουγκώ (30) και ο Σεβενέ (28) είχαν μόλις καταδικαστεί για συμμετοχή στην κλοπή δυναμίτη στο Σουαζύ-Σου-Ετιόλ (Soisy-sous-Etiolles([3])) στην οποία είχε συμμετάσχει και ο Ραβασόλ. Κατά τη διάρκεια της δίκης, ο Φουγκώ, έδειξε την περιφρόνηση του για την κοινωνία με πολλά ειρωνικά και σαρκαστικά σχόλια. Γεννήθηκε στη Νάντη το 1865 και έχασε τον πατέρα του το 1878. Μαθήτευσε σε τεχνικό σχολείο και έπιασε δουλειά στα ναυπηγεία της Νάντης. Υπήρξε υποψήφιος για την Βουλή των Αντιπροσώπων, μόνο μέχρι να μπορούν οι αναρχικοί να τοιχοκολλούν τις προκηρύξεις τους. Ίδρυσε το Σωματείο Εργατών. Αφήνοντας τα ναυπηγεία, μετακόμισε στο Παρίσι και έπιασε δουλειά στα σιδηρουργεία και στα συνεργεία του Σεντ Ντενί. Έγινε εκδότης της αναρχικής εφημερίδας “Pere Peinard”. Το 1890 καταδικάστηκε για «υποκίνηση σε δολοφονία και λεηλασία», επειδή είχε γράψει σε ένα άρθρο του τα συγχαρητήρια του στον Ρώσο επαναστάτη  Στανισλάβ Παντλεύσκι (Stanislaw Padlewsky) που σκότωσε τον προδότη Μιχαήλ Σελίβερστοφ (Mikhail Seliverstoff)([4]). Απέφυγε να εκτίσει την ποινή του ταξιδεύοντας στην Ισπανία και αργότερα στην Ελβετία. Στη Γενεύη, με το όνομα Μάρτιν, εργάστηκε ως πλανόδιος επιχρυσωτής. Απελάθηκε από την Γενεύη και καταδικάστηκε σε 20 χρόνια καταναγκαστικής εργασίας και ο Σεβενέ σε 12 χρόνια καταναγκαστικής εργασίας.

Τα τρυπημένα από τις σφαίρες κορμιά έγιναν βορά για τους καρχαρίες. Επιζώντες αναρχικοί όπως ο Αντέλμ Ζιριέ (Anthelme Girier) υπέφεραν πολλούς μήνες μαρτυρίων πριν πεθάνουν στη φυλακή. Να θυμάστε τα ονόματα αυτών των πεσόντων αναρχικών.

 

Πηγή: http://libcom.org/history/the-prisoners-revolt-and-massacre-at-cayenne


[1] Στο Νησί του Διαβόλου ήταν φυλακισμένος και ο αναρχικός Κλεμάν Ντυβάλ με ποινή ισόβιων καταναγκαστικών έργων. Το 1901 δραπέτευσε με άλλους 6 και πήγε στη Νέα Υόρκη και επανασυνδέθηκε με το αναρχικό κίνημα και πέθανε σε προχωρημένη ηλικία, 85 χρονών. Επίσης ο περίφημος Μάριους Ζακόμπ από τους «Εργάτες της Νύχτας» καταδικάστηκε σε ισόβια καταναγκαστικά έργα στο Νησί του Διαβόλου, όπου ο διευθυντής του τον χαρακτήρισε ως τον πιο επικίνδυνο κρατούμενο που υπήρξε ποτέ. Επιχείρησε να δραπετεύσει 17 φορές και πέρασε 5 χρόνια στην απομόνωση, τα 2 από αυτά αλυσοδεμένος. Το 1928 του δόθηκε χάρη και επέστρεψε στη Γαλλία όπου και τελικά αυτοκτόνησε το 1954.

[2] O Βιτόριο Πινί (Vittorio Pini 1860-1903), αναρχικός τσαγκάρης τον οποίον καταδίωκαν οι ιταλικές αρχές, ξεκίνησε μια σειρά διαρρήξεων μαζί με άλλους τέσσερις συντρόφους εντός και εκτός Παρισιού, οι οποίες τους απέφεραν πάνω από μισό εκατομμύριο φράγκα. Έκλεβαν σχεδόν αποκλειστικά για να βοηθήσουν συντρόφους που βρίσκονταν σε δύσκολη θέση ή για να συνδράμουν στον αναρχικό Τύπο στη γαλλία και την ιταλία. Στις αρχές της δεκαετίας του 1890 εξέδιδε μαζί με συντρόφους τους στη Βαρκελώνη την εφήμερίδα Εl porvenir anarquista (To αναρχικό μέλλον) στα ιταλικά, γαλλικά, και ισπανικά.

 

[3] https://fr.wikipedia.org/wiki/Soisy-sur-Seine

[4] Στις 18 Νοεμβρίου το 1890, ο Μιχαήλ Σελίβερστοφ, αρχηγός της τσαρικής μυστικής αστυνομίας, δολοφονήθηκε στη σουίτα του στο ξενοδοχείο όπου έμενε δύο μήνες κάθε χρόνο. Φερόμενος ως δράστης θεωρήθηκε ο Ρωσοπολωνός μετανάστης, πιστός στη «προπαγάνδα με τη πράξη», Στάνισλαφ Παντλεύσκι. Ο Σελίβερστοφ ήταν υπεύθυνος για αρκετές δίκες Ρώσων μεταναστών που γυρνούσαν πίσω στη χώρα τους.

Leave a comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *

One thought on “1892 – 1894: Η εξέγερση και η σφαγή στη φυλακή της Καγιέν”